Αμαρτάνω
Κλίση του ρήματος στους Αρχικούς του Χρόνους:
Αμαρτάνω (κάνω λάθος, αποτυγχάνω)
Εν.: αμαρτάνω
Πρτ.: ημάρτανον
Μελ.: αμαρτήσομαι
Αόρ.: ήμαρτον
Πρκ.: ημάρτηκα
Υπρσ.: ημαρτήκειν
Παράγωγα
Κλίση του ρήματος στους Αρχικούς του Χρόνους:
Αμαρτάνω (κάνω λάθος, αποτυγχάνω)
Εν.: αμαρτάνω
Πρτ.: ημάρτανον
Μελ.: αμαρτήσομαι
Αόρ.: ήμαρτον
Πρκ.: ημάρτηκα
Υπρσ.: ημαρτήκειν
Παράγωγα