[1]

  1. Η κάθοδος των Δωριέων Οι Δωριείς κατεβαίνοντας από την περιοχή της Πίνδου προς τη νότια Ελλάδα έφεραν μεγάλη αναστάτωση. Κάποιοι από αυτούς εγκαταστάθηκαν στη Σπάρτη. table Εικόνα το φύλο: το σύνολο των ανθρώπων με κοινά χαρακτηριστικά, όπως η καταγωγή, η θρησκεία, γλώσσα, συνήθειες ............................... Oι ∆ωριείς ήταν το τελευταίο ελληνικό φύλο που µετακινήθηκε προς τη νότια Ελλάδα. Είναι δύσκολο σήµερα να εξηγήσουµε τους λόγους που τους έκαναν να αναζητήσουν άλλη πατρίδα. Oι άνθρωποι ακόµη και σήµερα εγκαταλείπουν ένα χώρο, όταν κινδυνεύουν ή όταν θέλουν να ζήσουν καλύτερα. Η πορεία προς το νότο έγινε αργά. Πολλές οµάδες άρχισαν τότε να µένουν άλλοτε προσωρινά και άλλοτε µόνιµα σε διάφορα µέρη. Κάποιοι από αυτούς φαίνεται ότι παρέµειναν στη Στερεά Ελλάδα και ειδικά στην περιοχή της ∆ωρίδας, όπως και η λέξη φανερώνει. Η κάθοδος των ∆ωριέων δεν έγινε µονοµιάς. Χρειάστηκαν πολλά χρόνια. Σήµερα µας είναι άγνωστοι ακόµη και οι δρόµοι που ακολούθησαν. Το πιο πιθανό είναι ότι πέρασαν στην Πελοπόννησο από τον ισθµό της Κορίνθου. Στην Πελοπόννησο χωρίστηκαν σε µικρότερες οµάδες και κατευθύνθηκαν σε διαφορετικές περιοχές. table 1. Η κοιλάδα του Ευρώτα 1. Η κοιλάδα του Ευρώτα Μια ισχυρή οµάδα κατευθύνθηκε νοτιότερα και κατέλαβε τη Σπάρτη και την εύφορη πεδιάδα του ποταµού Ευρώτα. Oι παλιοί κάτοικοι έγιναν είλωτες που αναγκάστηκαν να καλλιεργούν τη γη. Oι ∆ωριείς φαίνεται ότι στην αρχή ήταν πιο πολλοί, γι' αυτό όλοι οι κάτοικοι µίλησαν αργότερα τη διάλεκτό τους, τη δωρική. Το κυκλαδικό πολιτισμόΤην ονομασία Κυκλάδες χρησιμοποίησαν οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς για να χαρακτηρίσουν το πυκνό σύμπλεγμα των μικρών νησιών στο κέντρο του Αιγαίου πελάγους, τα οποία φαίνονται να σχηματίζουν έναν νοητό κύκλο γύρω από το ιερό νησί τους και τόπο λατρείας του Απόλλωνα, τη Δήλο. Τα νησιά αυτά υπήρξαν το λίκνο ενός σημαντικού πολιτισμού, του λεγόμενου Κυκλαδικού πολιτισμού, που άνθησε κατά την 3η χιλιετία π.X. Τρεις είναι οι λόγοι που συνέτειναν στη γένεση και στην ανάπτυξη πολιτισμού στις Κυκλάδες κατά τους αρχαιότατους αυτούς χρόνους. Πρώτον, η στρατηγική γεωγραφική τους θέση, δεύτερον, οι περιορισμοί του φυσικού τους περιβάλλοντος οι οποίοι ανάγκασαν τους νησιώτες να στραφούν εξαρχής στην θάλασσα προκειμένου να προσποριστούν τα απαραίτητα για την επιβίωσή τους και τρίτον, ο ορυκτός τους πλούτος, συγκεκριμένα ο οψιανός της Μήλου, η σμύριδα της Νάξου, ο μόλυβδος της Σίφνου, ο χαλκός της Κύθνου και της Σέριφου και, τέλος, η κατεξοχήν πρώτη ύλη των νησιών, το μάρμαρο. Ο όρος κυκλαδικός πολιτισμός, τον οποίο ο Χρήστος Τσούντας χρησιμοποίησε με γεωγραφική και χρονολογική σημασία, είναι συνώνυμος των όρων Πρωτοκυκλαδικός πολιτισμός ή Πρώιμη εποχή του Χαλκού ή Πρωτοχαλκή εποχή. Με τους όρους αυτούς προσδιορίζεται η πρώτη από τις τρεις περιόδους στις οποίες διακρίνεται συμβατικά η εποχή του χαλκού στα νησιά των Κυκλάδων. Η εποχή αυτή καλύπτει περίπου δύο χιλιετίες, δηλαδή το διάστημα από το 3200 έως το 1100 π.Χ., και διακρίνεται σε Πρωτοκυκλαδική, Μέση και Υστεροκυκλαδική. Ο Κυκλαδικός πολιτισμός όμως άκμασε περισσότερο την περίοδο της πρώιμης Εποχής του Χαλκού (3000-2000). Ένας από τους παλαιότερους πολιτισμούς της Ευρώπης αναπτύχθηκε στις Κυκλάδες κατά την 3η και 2η χιλιετία π.Χ., δηλαδή στην Εποχή του Χαλκού. Σε αυτό συνέβαλε το ήπιο κλίμα τους και κυρίως η ιδιαίτερα προνομιακή γεωγραφική τους θέση. Ουσιαστικά, τα νησιά των Κυκλάδων αποτελούν ένα είδος φυσικής γέφυρας ανάμεσα στην Ευρώπη και στην Ασία, την Ηπειρωτική Ελλάδα και την Κρήτη. Στην 3η χιλιετία π.Χ., τα πλοία των κυκλαδίτικων νησιών κυριαρχούν στο Αιγαίο και μαζί με τα προϊόντα της Εγγύς Ανατολής μεταφέρουν στην Ευρώπη ιδέες, τεχνικές γνώσεις, θρησκευτικές αντιλήψεις. Σε όλα σχεδόν τα νησιά των Κυκλάδων η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως οικισμούς, όχι εκτεταμένους, της 3ης χιλιετίας π.Χ. Κάθε οικισμός φαίνεται ότι αναπτυσσόταν αυτόνομα και δεν υπήρχε κανένα είδος κεντρικής εξουσίας. Αρχικά οι οικισμοί σχηματίζονται κοντά στη θάλασσα ή στα πρανή χαμηλών λόφων. Περίπου το 2300 π.Χ. ορισμένοι οικισμοί οχυρώνονται (Αγία Ειρήνη στην Κέα), άλλοι καταστρέφονται και ξαναχτίζονται οχυρωμένοι (Φυλακωπή στη Μήλο), ενώ άλλοι χτίζονται σε υψηλούς λόφους μακριά από τη θάλασσα (Καστρί Σύρου). Αυτό φανερώνει κάποια αναστάτωση της ζωής από την παρουσία νέων πληθυσμών, που προέρχονται πιθανόν από τη Μικρά Ασία. Γρήγορα όμως τα νησιά ξαναβρίσκουν το ρυθμό της ζωής τους. Στη 2η χιλιετία π.Χ. οι Κυκλάδες έχουν επαφές με την ηπειρωτική Ελλάδα αρχικά και στη συνέχεια με την Κρήτη. Οι οικισμοί μεγαλώνουν, τα κτίρια είναι πιο σύνθετα και επιβλητικά. Ο πιο σημαντικός οικισμός αυτής της εποχής είναι το Ακρωτήρι στη Θήρα. Περίπου το 1600 π.Χ., όταν μεγάλοι κυκλαδικοί οικισμοί καταστρέφονται από σεισμό, οι Κυκλάδες περνούν στη σφαίρα επιρροής της μινωικής Κρήτης, που γνωρίζει τότε τη μεγαλύτερη ακμή της. Μετά την καταστροφή των μινωικών ανακτόρων, γύρω στο 1450 π.Χ., στις Κυκλάδες κυριαρχούν οι Μυκηναίοι από την ηπειρωτική Ελλάδα, που μεταδίδουν στα νησιά τα χαρακτηριστικά του δικού τους πολιτισμού στην τεχνολογία, την τέχνη και τη θρησκεία. Το χαρακτηριστικότερο δημιούργημα της κυκλαδικής τέχνης κατά την Εποχή του Χαλκού είναι τα μαρμάρινα ειδώλια. Τα περισσότερα παριστάνουν γυμνές γυναίκες, λίγα άνδρες μουσικούς, πολεμιστές ή κυνηγούς. Οι μορφές είναι έντονα σχηματοποιημένες, με λίγες αλλά χαρακτηριστικές λεπτομέρειες για την αναγνώριση του φύλου. Τα πήλινα αγγεία, που έχουν ποικίλα σχήματα, διακοσμούνται με απλά γραμμικά σχέδια. Ιδιαίτερα εντυπωσιακά είναι και τα μαρμάρινα αγγεία, καθώς και τα μεταλλικά με απλή χαρακτή διακόσμηση.