Μανθάνω
Κλίση του ρήματος στους Αρχικούς του Χρόνους:
Μανθάνω
Εν.: Μανθάνω
Πρτ.: ἐμάνθανον
Μελ.: μαθήσομαι
Αόρ.: ἔμαθον
Πρκ.: μεμάθηκα
Υπρσ.: ἐμεμαθήκειν
Παράγωγα
Κλίση του ρήματος στους Αρχικούς του Χρόνους:
Μανθάνω
Εν.: Μανθάνω
Πρτ.: ἐμάνθανον
Μελ.: μαθήσομαι
Αόρ.: ἔμαθον
Πρκ.: μεμάθηκα
Υπρσ.: ἐμεμαθήκειν
Παράγωγα