Η Βλάχικη γλώσσα είναι γλώσσα του ανατολικού κλάδου των Λατινογενών γλωσσών. Διαμορφώθηκε τους πρώτους αιώνες μετά την κατάκτηση των Βαλκανίων από την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Αποκαλείται πρωτίστως από τους ομιλούντες της Armãneashce/Armãneashti/Rãmãneshti (Αρωμανική) όρος που δημιουργήθηκε από την τάση για προσθήκη ενός προθετικού Α- (Romanus>Aromãn) . Στην Ελληνική γλώσσα έχει επικρατήσει η ονομασία Βλάχικη (Vlach, Vlãheshte), ενώ στην αγγλική Aromanian.

Είναι μία από τις τέσσερις λατινογενείς γλώσσες της Βαλκανικής με πολλές λέξεις να προέρχονται από την Ελληνική. Το Ετυμολογικόν Λεξικό της Κουτσοβλάχικης Γλώσσης του Κ. Νικολαΐδη (1909) περιλαμβάνει 6.657 λέξεις εκ των οποίων οι 3.560 έχουν ελληνική προέλευση, 2.605 λατινική, 185 σλάβικη, 150 αλβανική και οι υπόλοιπες 157 άγνωστη. Μάλιστα σε πολλές από τις ελληνογενείς λέξεις η ετυμολογία ανάγεται στους πρωτοαρχαιοελληνικούς και ομηρικούς χρόνους.

Στην Ελλάδα πρέπει να γίνει διαχωρισμός όταν μιλάμε για βλάχικα με μικρό β. Σε αυτή την περίπτωση γίνεται αναφορά σε δυσνόητα ιδιωματική "επαρχιακή" προφορά της Ελληνικής γλώσσας.

Μαθήματα επεξεργασία


Υπεύθυνοι επεξεργασία

Μαθητές επεξεργασία

Νέα επεξεργασία

  • 13-01-2017:Το τμήμα άνοιξε!