Τυγχάνω
Κλίση του ρήματος στους Αρχικούς του Χρόνους:
Τυγχάνω (πετυχαίνω, βρίσκω)
Εν.: τυγχάνω
Πρτ.: ετύγχανον
Μελ.: τεύξομαι
Αόρ.: έτυχον
Πρκ.: τετύχηκα
Υπρσ.: ετετυχήκειν
Παράγωγα
Κλίση του ρήματος στους Αρχικούς του Χρόνους:
Τυγχάνω (πετυχαίνω, βρίσκω)
Εν.: τυγχάνω
Πρτ.: ετύγχανον
Μελ.: τεύξομαι
Αόρ.: έτυχον
Πρκ.: τετύχηκα
Υπρσ.: ετετυχήκειν
Παράγωγα